Ομιλία Βασίλη Υψηλάντη στην Ολομέλεια της Βουλής για τον προϋπολογισμό
Στην Ολομέλεια της Βουλής μίλησε για τον προϋπολογισμό του 2021 ο Βουλευτής Δωδεκανήσου Βασίλης Α. Υψηλάντης και Κοσμήτορας της Βουλής.
Αναφερόμενος στην τραγική συγκυρία της πανδημίας και των εθνικών προβλημάτων ανέφερε ότι οι χειρισμοί της Κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη ξεπέρασαν κάθε προσδοκία, γεγονός που αναγνωρίζεται και διεθνώς αλλά και από την ανταπόκριση του κόσμου και τις μεγάλες δημοσκοπικές διαφορές, τόσο στο υγειονομικό όσο και στο οικονομικό κομμάτι του προβλήματος, ενώ δεν μπορεί να ισχυριστεί κανείς κάτι ανάλογο για την αξιωματική αντιπολίτευση, η οποία πέραν από το γεγονός της αδράνειας και της σιωπής κατά την πρώτη περίοδο της πανδημίας, που πολλοί, με αστική ευγένεια, εκλαμβάνουν ως «συνεργασία», στο δεύτερο και ισχυρότερο κύμα της πανδημίας και ενώ τα αντανακλαστικά του κράτους μας έφθασαν σε υψηλά επίπεδα, με τον υπερδιπλασιασμό των ΜΕΘ, την ενίσχυση με προσωπικό του ΕΣΥ, τη βελτίωση λειτουργίας του κράτους (ψηφιακά και θεσμικά), την ενίσχυση των πληττομένων ομάδων και τη στήριξη της επιχειρηματικότητας και της εργασίας (ανέφερε παραδειγματικά ότι στα Δωδεκάνησα για αναστολές διατέθηκαν τους μήνες Μαρτίου-Νοεμβρίου 2020 συνολικό ποσό 35.546.258, για δώρα Πάσχα 44.433.214,20, και μονομερείς στον τουρισμό 36.743.166 και περί 1.730.000 ευρώ για το ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ) , η συμπεριφορά της εστιάζεται σε μια θλιβερή πλειοδοσία εναγώνιας παραβολής ψεύτικων ισχυρισμών, ανυπαρξίας σοβαρών προτάσεων, χρήση τοξικού πολιτικού λόγου και μικροπολιτικής εκμετάλλευσης των θυμάτων του covid-19.
Μίλησε για την ανάγκη επαναφοράς των καταργηθέντων από το ΣΥΡΙΖΑ μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ στα νησιά μόλις το επιτρέψουν οι συνθήκες και την ανάγκη υλοποίησης έργων υποδομής στα Δωδεκάνησα από το Ταμείο Ανάκαμψης και τα Ευρωπαϊκά Προγράμματα.
Το πλήρες κείμενο της ομιλίας του κ. Υψηλάντη έχει ως εξής:
Κυρίες και Κύριοι Βουλευτές,
Η συζήτηση του προϋπολογισμού του 2021, συμπίπτει χρονικά με την κορύφωση μιας θλιβερής κατάστασης για την ανθρωπότητα και βεβαίως για τη χώρα μας.
Ο αριθμός των ανθρώπων που υποφέρουν και χάνονται, χτυπημένοι από τον ύπουλο ιό, τον covid-19, αποτελούν την τραγική συνισταμένη της πανδημίας, που δεν θα μπορούσε να αφήσει αδιάφορη καμιά πολιτική και καμία κυβέρνηση.
Απόρροια της κατάστασης αυτής είναι και η κατάρρευση ή η πίεση συστημάτων υγείας σε όλο τον κόσμο και βέβαια τα αρνητικά επακόλουθα στην οικονομία. Γεγονότα πρωτόγνωρα για ολόκληρο τον κόσμο αλλά και ακόμα για κράτη οικονομικά ισχυρά και με δομές ολοκληρωμένες και άρτια στελεχωμένες και εξοπλισμένες.
Σ’αυτήν την πραγματικότητα προστέθηκαν για τη χώρα μας τα γνωστά γεγονότα που έχουν να κάνουν με τις σχέσεις μας με την Τουρκία και την εθνική μας ασφάλεια και κατ’επέκτηση η άμεση λήψη αποφάσεων για ισχυροποίηση των ενόπλων δυνάμεων μας, το μεταναστευτικό και βεβαίως το γεγονός ότι κληθήκαμε να αντιμετωπίσουμε αυτές τις κρίσεις, πιο ευάλωτοι από το μέσο όρο της Ευρώπης και υγειονομικά και οικονομικά. Κάτι που έχει να κάνει και με τα δομικά χαρακτηριστικά της κοινωνίας και της οικονομίας και με αυτά που παρέλαβε η Κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Με τα δεδομένα αυτά συζητείται στην Ολομέλεια της Βουλής ο προϋπολογισμός της χώρας. Μια συζήτηση η οποία σαφώς δεν μπορεί να αγνοήσει το δραματικό πλαίσιο που διεξάγεται και που σε καμιά περίπτωση όμως δεν μπορεί να μην οδηγήσει και στην αξιολόγηση της συμπεριφοράς και των ενεργειών των πολιτικών δυνάμεων στην αντιμετώπιση των πρωτόγνωρων αυτών και εξόχως δύσκολων καταστάσεων.
Και όσον αφορά την Κυβέρνηση, κανείς δεν μπορεί να της χρεώσει τη ρύθμιση της επιθετικότητας του ιού και τα δυσάρεστα αποτελέσματα από την παρουσία του, αλλά να κρίνει τον τρόπο που χειρίστηκε και χειρίζεται υγειονομικά την κατάσταση και τις οικονομικές συνέπειες της.
Για δε την αξιωματική κυρίως αντιπολίτευση, τις προτάσεις που εισφέρει για την αντιμετώπιση της κρίσης και την πολιτική της συμπεριφορά. Και αν από την πλευρά της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη μπορεί να πει κανείς ότι οι χειρισμοί ξεπέρασαν κάθε προσδοκία, γεγονός που αναγνωρίζεται και διεθνώς αλλά και από την ανταπόκριση του κόσμου και τις μεγάλες δημοσκοπικές διαφορές, τόσο στο υγειονομικό όσο και στο οικονομικό κομμάτι του προβλήματος, δεν μπορεί να ισχυριστεί κανείς κάτι ανάλογο για την αξιωματική αντιπολίτευση, η οποία πέραν από το γεγονός της αδράνειας και της σιωπής κατά την πρώτη περίοδο της πανδημίας, που πολλοί, με αστική ευγένεια, ας είναι, εκλαμβάνουν ως «συνεργασία», στο δεύτερο και ισχυρότερο κύμα της πανδημίας και ενώ τα αντανακλαστικά του κράτους μας έφθασαν σε υψηλά επίπεδα, με τον υπερδιπλασιασμό των ΜΕΘ, την ενίσχυση με προσωπικό του ΕΣΥ, τη βελτίωση λειτουργίας του κράτους (ψηφιακά και θεσμικά), την ενίσχυση των πληττομένων ομάδων και τη στήριξη της επιχειρηματικότητας και της εργασίας (αναφέρω παραδειγματικά ότι στα Δωδεκάνησα για αναστολές διατέθηκαν τους μήνες Μαρτίου-Νοεμβρίου 2020 συνολικό ποσό 35.546.258, για δώρα Πάσχα 44.433.214,20, και μονομερείς στον τουρισμό 36.743.166 και περί 1.730.000 ευρώ για το ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ) κάτι που οφείλουμε να συνεχίσουμε γιατί είναι η περισσότερο πληγείσες κατηγορίες), η συμπεριφορά της εστιάζεται σε μια θλιβερή πλειοδοσία εναγώνιας παραβολής ψεύτικων ισχυρισμών, ανυπαρξίας σοβαρών προτάσεων, χρήση τοξικού πολιτικού λόγου και μικροπολιτικής εκμετάλλευσης των θυμάτων του covid-19.
Αναφορικά με τον υπό ψήφιση προυπολογισμό, η ανάγνωσή του, μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι θέτει στόχους ρεαλιστικούς και στηρίζεται στις οικονομικές κατακτήσεις, που προηγήθηκαν τη χρονιά που πέρασε, ειδικά πριν την εκδήλωση της πανδημίας και που στοχεύει στην υπέρβαση της κρίσης με την οικονομία σε λειτουργία και την κοινωνία όρθια.
Συνεκτιμά την πρωτόγνωρη, δύσκολη και απρόβλεπτη συγκυρία θέτοντας στόχους ρεαλιστικούς κάτι που αναγνωρίζεται και από τους αρμόδιους ευρωπαϊκούς θεσμούς, μ’ ένα ευρύ consensus στις σχετικές εκθέσεις, παρά τις μακροοικονομικές επιπτώσεις του δεύτερου κύματος της πανδημίας, που μεταφέρονται στο 2021 και όπως αποκαλύφθηκε με 5 δις ευρώ ολιγότερα στα ταμεία μας με ευθύνη του ΣΥΡΙΖΑ.
Με τον υπό ψήφιση προϋπολογισμό μπαίνουν οι βάσεις για να μπορέσει το κράτος να επιταχύνει τον βηματισμό του και να υποστηρίξει την ιδιωτική δραστηριότητα, τόσο κατά τη διάρκει της πναδημίας, όσο και όταν λήξει η δραματική αύτή και εφιαλτική περίοδος για την οικουμένη.
Διασφαλίζοντας την επιστροφή μας σ’ έναν ικανοποιητικό ρυθμό ανάπτυξης, δημιουργώντας σε πρώτη φάση πεδίο για μη αύξηση φόρων αλλά και περαιτέρω δημιουργία δημοσιονομικού χώρου για μονιμότερη μείωση φόρων και εισφορών που έχει ανάγκη η οικονομία δίχως τη μετατόπισή τους στο αύριο λόγω της πανδημίας.
Και στο σημείο αυτό ανοίγω παρένθεση θέλοντας να επισημάνω για άλλη μια φορά την ανάγκη αποκατάστασης, της τραγικής αδικίας που έγινε επί ΣΥΡΙΖΑ, με την κατάργηση των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ στα νησιά. Θα το ξαναπώ.
Της τραγικής αδικίας σε βάρος των νησιών μας που έγινε από το ΣΥΡΙΖΑ. Δεν είναι δυνατόν στην Κάσο και στο Αγαθονήσι να υπάρχει συντελεστής 24% στο ΦΠΑ, είναι παραλογισμός και αδικία, όταν εμείς οι νησιώτες πληρώνουμε τεράστια μεταφορικά σε σχέση με την υπόλοιπη χώρα και όταν με τον τρόπο αυτό επιβαρύνεται το σύνολο της νησιωτικής μας οικονομίας.
Και εδώ δεν υπάρχει διαφοροποίηση είτε μιλάμε για τη Ρόδο, είτε για το Καστελλόριζο.
Κλείνω, τη σημαντική κατά την άποψή μου παρένθεση, επισημαίνοντας την αναπτυξιακή έκφανση, του υπό συζήτηση προϋπολογισμού, με ταυτόχρονη διασφάλιση της κοινωνικής συνοχής και την ενίσχυση της απασχόλησης και έμφαση στην πράσινη ανάπτυξη (με την ευκαιρία χαιρετίζω την πρώτη σημαντική επένδυση της VOLKSWAGEN στην Αστυπάλαια), τον ψηφιακό μετασχηματισμό και την τεχνολογική αναβάθμιση των υποδομών και της στήριξη της περιφέρειας.
Ο νομός Δωδεκανήσου, με την πολυνησιακή του ιδιομορφία, τη σημαντική συνεισφορά του λόγω του τουρισμού στο Εθνικό Α.Ε.Π, την για πολλές δεκαετίες εξοικονόμηση πόρων λόγω των σημαντικών υποδομών που υπάρχουν από την Ιταλοκρατία δικαιούται σημαντικού μεριδίου και ένταξης τέτοιων παρεμβάσεων μέσα από το σκέλος των δημοσίων δαπανών αλλά και από τα προυπολογιζόμενα εργαλεία του Ταμείου Ανάκαμψης, που υπερασπίστηκε και συνέβαλε στην κατακτηση τους σημαντικά ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, όσο και από άλλα προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως αποτυπώνονται στο Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο 2021-2027.
Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι συζητώντας για τον προϋπολογισμό του Κράτους μας για το 2021 δεν μπορώ να παρακάμψω και να μην αναφερθώ στο ελπιδοφόρο μήνυμα της κ. Λαγκάρντ, κατά την τελευταία συνεδρίαση της ΕΚΤ, που αποφάσισε την αύξηση του έκτακτου προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού, του αποκαλούμενου και «QE πανδημίας» , κατά 500 δισ. ευρώ, παρατείνοντάς το παράλληλα κατά εννέα μήνες, μέχρι τον Μάρτιο του 2022 με στόχο να κρατηθεί σε ιστορικά χαμηλά το κόστος δανεισμού κρατών και επιχειρήσεων που πλήττονται από την πανδημία.
Θα κλείσω, Κυρίες και Κύριοι Βουλευτές, τη σημερινή μου ομιλία με τα λόγια που χρησιμοποίησα στην τελευταία μου ομιλία για τον προϋπολογισμό του 2015, πριν η χώρα βιώσει τη λαίλαπα Τσίπρα-Καμμένου-Βαρουφάκη, προσαρμοσμένα στη σημερινή συγκυρία:
«Αυτός είναι ένας προϋπολογισμός που μιλάει την γλώσσα της αλήθειας και που δεν αφήνει την χώρα να ξανακυλήσει στην αβεβαιότητα Εμείς απευθυνόμαστε σε όλο τον ελληνικό λαό και του ζητάμε να είναι ο εγγυητής των κατακτήσεών του, αλλά και της επόμενης ημέρας, μετά τα δύσκολα, που πιστεύουμε ακράδαντα ότι είναι πολύ πιο κοντά απ’ότι πιστεύουμε. Υπερψηφίζω αυτόν τον προϋπολογισμό που αποτελεί πράξη στήριξης της ελπίδας του λαού μας για ένα καλύτερο αύριο. Ο τοξικός σας πολιτικός λόγος έχει περιορισμένο πλέον ακροατήριο. Συμπληρώνοντας, τη χρονιά που έρχεται, διακόσια χρόνια από την εθνική μας παλιγγενεσία, θέτουμε τις συνεκτικές μας πολιτικές, σε στέρεες βάσεις για να πετύχουμε μια βιώσιμη και κοινωνικά δίκαιη ανάπτυξη. Χρέος μας στο σήμερα της Πατρίδας μας και στην προοπτική της.»